ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ: «ΖΩΝΤΑΝΕΨΕ» Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΟΡΟΣ ΤΟΥ 1827
Ομογένεια: Μία ιστορική εκδήλωση για τα 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση στη Νέα Υόρκη.
Ό,τι έγραψε φτάνει με ακρίβεια φονικής λαμπρότητας στην ψυχή μας. Οι περιγραφές του προκύπτουν σαν ουράνιο τόξο και οι λέξεις στοιχειώνουν αιώνια τον τόπο που τον γέννησε, στην αθανασία. Δεν είναι δυνατόν να διαβάζεις Ελύτη και να δειλιάζεις στην προοπτική του α-γνώστου, δεν είναι δυνατόν να συναντηθείς μαζί του και να μην προσκυνήσεις την ευλογία να πίνεις μπλε του ουρανού «άσπρο πάτο» μέχρι να βρεις τον Θεό σου.
«Τότε όμως η Ποίηση; Τι αντιπροσωπεύει μέσα σε μια τέτοια κοινωνία; Απαντώ: τον μόνο χώρο όπου η δύναμη του αριθμού δεν έχει πέραση. Και ακριβώς, η εφετινή απόφασή σας να τιμήσετε στο πρόσωπό μου την ποίηση μιας μικρής χώρας δείχνει σε πόσο αρμονική ανταπόκριση βρίσκεστε με την χαριστική αντίληψη της τέχνης, την αντίληψη ότι η τέχνη είναι η μόνη εναπομένουσα πολέμιος της ισχύος που κατήντησε να έχει στους καιρούς μας η ποσοτική αποτίμηση των αξιών».
Την επιείκειά σας τη ζητώ ξεκινώντας να γράφω για τον Νομπελίστα ποιητή και εμβληματική προσωπικότητα, που η σύνθεση των λέξεων απέδωσαν με θεϊκό τρόπο τη λαμπρότητα αυτού του ευλογημένου «γούπατου» που λέγεται η Ελλάδα. Πώς να μπορέσεις ν’ αποτυπώσεις με λέξεις την ωστική δύναμη του λόγου του, που λίγο μετά τη γνωριμία του με τον Ανδρέα Εμπειρίκο έγραψε: «O μεγάλης αντοχής αθλητής της φαντασίας, με γήπεδο την οικουμένη ολόκληρη και διασκελισμό τον Έρωτα. Το έργο του, κάθε του καινούργιο έργο, ζωσμένο από ένα μικρό ουράνιο τόξο, είναι μια υπόσχεση προς την ανθρωπότητα, μια δωρεά που αν δεν την κρατούν ακόμα όλοι στα χέρια τους είναι αποκλειστικά και μόνον από δική τους αναξιότητα».
Είχα την ευλογία ν’ ακούω από τον ίδιο τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, ο οποίος υπήρξε πολύ στενός συγγενής της οικογένειας του πατέρα μου, για τις κουβέντες που έκαναν με τον Οδυσέα Ελύτη. Το 1933 ιδρύθηκε στο Πανεπιστήμιο η «Ιδεοκρατική Φιλοσοφική Ομάδα». Σ’ εκείνη λοιπόν συμμετείχαν ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, ο θείος μου Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος, ο Ιωάννης Συκουτρής. Εκπρόσωπος των φοιτητών ο Ελύτης, συναντιόντουσαν Σάββατα.
Ήταν μαγικές στιγμές ν’ ακούω από τον συγγραφέα της «Ιστορίας του Ευρωπαϊκού Πνεύματος» και του «Γεννήθηκα στο 1402» να επισημαίνει στον Ακαδημαϊκό Κωνσταντίνο Δεσποτόπουλο τις επιστημολογικές επισημάνσεις του Ελύτη, καθώς ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος ήταν ο πιο νέος καθηγητής που δίδαξε τον Μαρξισμό στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (κάποια άλλη στιγμή θα γράψω για τις συνάξεις στο γραφείο του Κανελλόπουλου που γινόντουσαν Τετάρτες, με οικοδέσποινα την εφ’ όρου ζωής γραμματέα και άνθρωπό του Γιούλα Ζώνα να μεταφέρει καρέκλες για να χωρέσουμε όλοι όσοι θέλαμε να κοινωνήσουμε τη γνώση).
Είναι πολύ γνωστό ότι ο ποιητής του Ήλιου γεννήθηκε στην Κρήτη, το επίθετό του ήταν Αλεπουδέλης και η οικογένειά του είχε διωχθεί εξ αιτίας της προσήλωσής της στον βενιζελισμό, για να φτάσει το καθεστώς να συλλάβει και τον πατέρα του.
Ως παιδί και έφηβος, ξόδευε όλα τα χρήματα που είχε από τους γονείς για βιβλία, περνάει καλοκαίρια στις Σπέτσες, στην Κρήτη και τη Λέσβο. Αγάπησε τον αθλητισμό, αλλά μια αδενοπάθεια τον καθήλωσε στο κρεββάτι για μήνες, με αποτέλεσμα να εγκαταλείψει τις δραστηριότητές του και να πειραχτούν τα νεύρα του.
Ταξιδεύει πολύ, γυρίζει σχεδόν όλη την Ευρώπη, όπου και επισκέπτεται στην εξορία τον Βενιζέλο, αλλά και την Ελλάδα. Οι περιγραφές του για τα ταξίδια: «Πιονιέροι αληθινοί, μέρες και μέρες προχωρούσαμε νηστικοί και αξύριστοι, πιασμένοι από το αμάξωμα μιας ετοιμοθάνατης Σεβρολέτ, ανεβοκατεβαίνοντας αμμολόφους, διασχίζοντας λιμνοθάλασσες, μέσα σε σύννεφα σκόνης ή κάτω από ανελέητες νεροποντές, καβαλικεύαμε ολοένα όλα τα εμπόδια και τρώγαμε τα χιλιόμετρα με μιαν αχορταγιά που μονάχα τα είκοσί μας χρόνια και η αγάπη μας γι’ αυτήν τη μικρή γη που ανακαλύπταμε, μπορούσαν να δικαιολογήσουν».
Επηρεάζεται από τον Πωλ Ελυάρ, έναν από τους σημαντικότερους εκφραστές του υπερρεαλισμού και ντανταϊσμού, «Τα ποιήματα για την Ειρήνη» του οποίου προκαλούν το ενδιαφέρον του εκδότη τού «Spectateur», Ζαν Πωλάν. Ο Ελυάρ και ο κύκλος του, όπως οι Μπρετόν, Αραγκόν και Τζαρά επηρεάζουν τον Ελύτη. Ο Ελυάρ κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου πήρε ενεργό μέρος στην αντίσταση ως μέλος του κομμουνιστικού κόμματος, του οποίου η στάση ζωής επηρεάζει την εξέλιξη του Νομπελίστα Έλληνα ποιητή.
Είναι αυτό το φιλοσοφικοπολιτικό ρεύμα που ίσως να κάνει τον Ελύτη να παραιτηθεί από τις σπουδές του ως χημικός και να γραφτεί στη Νομική Σχολή Αθηνών, όπου και συναντά την «Ιδεοκρατική Φιλοσοφική Ομάδα».
Ο Ελύτης, αν και παρακολουθούσε τις συζητήσεις, διάβαζε και κρατούσε συνεχώς σημειώσεις, δίσταζε να δημοσιοποιήσει το οτιδήποτε, μέχρι που έρχεται σε επαφή με τον κύκλο των «Νέων Γραμμάτων» με διευθυντή τότε τον Αντρέα Καραντώνη και συνεργάτες τον Γιώργο Σεφέρη, τον Γεώργιο Θεοτοκά, τον Άγγελο Τερζάκη, τον Κοσμά Πολίτη και τον Άγγελο Σικελιανό. Τα «Νέα Γράμματα» αποτελούν, δηλαδή, το έντυπο που φέρνει σ’ επαφή νέους ποιητές και λογοτέχνες με το πλατύ κοινό. Τον Ιαναουάριο του 1935 κυκλοφορεί το περιοδικό και τον Φεβρουάριο γνωρίζεται με τον Ανδρέα Εμπειρίκο, με τον οποίο κάνουν παρέα για περισσότερο από 25 χρόνια.
Τον Μάρτιο του ’35 κυκλοφορεί το «Μυθιστόρημα» του Σεφέρη και η ποιητική συλλογή «Υψικάμινος» του Εμπειρίκου με ποίηση υπερρεαλιστική, γεγονός που ενθουσιάζει τον Ελύτη που, αν και δέκα χρόνια μικρότερος, νιώθει ότι μπορεί να υπάρχει σε μια νέα εντελώς ποιητική πραγματικότητα.
Η παρέα μαζευόταν στο σπίτι του ποιητή Γεώργιου Κατσίμπαλη και όσοι βρίσκονταν κρατούσαν ορισμένα χειρόγραφα του Ελύτη, υποστηρίζοντας ότι επιθυμούν να τα μελετήσουν καλύτερα. Αποτέλεσμα: τα δημοσιεύουν με το ψευδώνυμο «Οδυσσέας Βρανάς», το αποκαλύπτουν μετά στον Ελύτη, ο οποίος και απαίτησε την απόσυρσή τους. Τελικά, υποχωρεί και δέχεται να δημοσιεύονται τα γραπτά του με το ψευδώνυμο «Οδυσσέας Ελύτης».
Όπως ο ίδιος αποκάλυψε σε εκπομπή της ΕΡΤ, όταν θέλησε να επιλέξει λογοτεχνικό ψευδώνυμο σκέφθηκε κατ’ αρχάς το «Ελ», που τον ταξίδευαν στις λέξεις Ελλάδα, Ελευθερία, Ελένη, Ελπίδα. Ύστερα πρόσθεσε το γράμμα «υ», το οποίο θεωρούσε από τα πιο ελληνικά γράμματα, οπότε πρόσθεσε απλώς την κατάληξη «της». Δηλαδή, Ελύτης.