Την προσέγγιση ενός σημείου καμπής για το πολιτικό σκηνικό και τους κοινωνικούς συσχετισμούς έχουν αρχίσει να αναδεικνύουν οι δημοσκοπήσεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Μάλιστα, το ενδιαφέρον είναι πως τα δημοσκοπικά «καμπανάκια» έχουν γίνει... καμπάνες, που χτυπάνε όχι μόνο για το Μέγαρο Μαξίμου, αλλά και για την Κουμουνδούρου.
Βεβαίως, στην Ελλάδα η συζήτηση για το τι προσφέρουν τόσες δημοσκοπήσεις είναι τόσο παλιά όσο και οι... ίδιες οι σφυγμομετρήσεις. Κι όμως, η αλήθεια είναι πως τα ποιοτικά ευρήματα που βλέπουν το φως της δημοσιότητας φανερώνουν τα ίδια υπόγεια ρεύματα και τις ίδιες τάσεις, που συνιστούν επί της ουσίας τις «ειδούς του Μαρτίου» τόσο για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, όσο και για τον Αλέξη Τσίπρα.
Ο κίνδυνος της υποτίμησης
Η Ιστορία έχει δείξει ανάγλυφα πως όποιος αγνοήσει τις ειδούς του Μαρτίου, το βρίσκει μπροστά του. Και, όπως ακριβώς ο Ιούλιος Καίσαρας την πάτησε πριν 2.065 χρόνια, έτσι και τώρα, όπως συνομολογούν έμπειροι πολιτικοί αναλυτές, τον ίδιο κίνδυνο διατρέχουν ο πρωθυπουργός και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Πρώτα, όμως, λίγη ιστορία: «Αι ειδοί του Μαρτίου» είναι η μέση του μήνα, δηλαδή η 15η Μαρτίου. Η πλέον διάσημη 15η Μαρτίου ήταν εκείνη του 44 π.Χ., όταν ο Ιούλιος Καίσαρας έπεσε νεκρός από τον, κατά πολλούς, νόθο γιο του, Βρούτο, και τους άλλους συνωμότες, στον δρόμο προς τη Σύγκλητο. Ο, ανακηρυχθείς ισόβιος δικτάτορας της Ρώμης, Καίσαρας είχε προειδοποιηθεί από τον οιωνοσκόπο Σπουρίννα «να φοβάται τις ειδούς του Μαρτίου». Όταν, λοιπόν, ξημέρωσε η 15η Μαρτίου, ο Καίσαρας περπατούσε με τη συνοδεία του προς τη Σύγκλητο και, μόλις συνάντησε τον Σπουρίννα στον δρόμο, φέρεται να του είπε περιπαικτικά: «Έφθασαν αι ειδοί». Υπονοούσε, μ’ άλλα λόγια, ότι ο οιωνοσκόπος έπεσε έξω, αφού είχε φτάσει η 15η Μαρτίου και δεν είχε συμβεί τίποτα. «Έφτασαν, αλλά δεν πέρασαν», απάντησε ο Σπουρίννας. Περίπου εκείνη την ώρα, ο Έλληνας σοφιστής Αρτεμίδωρος ο Κνίδιος έφτασε δίπλα στον Ιούλιο Καίσαρα και του ενεχείρισε ένα σημείωμα, εφιστώντας του την προσοχή πως πρόκειται για κάτι πολύ σημαντικό, που δεν πρέπει να κάνει ούτε ένα βήμα πριν το διαβάσει. Κι όμως, ο Καίσαρας υποτίμησε τον συνομιλητή του και, απασχολημένος από το να απολαμβάνει την αναγνώριση και τις επευφημίες του πλήθους, δεν μπήκε στον κόπο να ανοίξει το χαρτί του Αρτεμίδωρου και να διαβάσει την προειδοποίηση για τη δολοφονική συνωμοσία που είχε στηθεί και τον κίνδυνο που διέτρεχε αν προχωρούσε μερικά ακόμη βήματα. Τα υπόλοιπα είναι γνωστά: μέσα στη Σύγκλητο της Ρώμης και ενόσω είχε στα χέρια του το σημείωμα που του αποκάλυπτε τι θα του συνέβαινε, ο Ιούλιος Καίσαρας θα έπεφτε νεκρός από 23 μαχαιριές, καθώς όλοι οι συνωμότες ήθελαν να μπήξουν το μαχαίρι στο κορμί του, ώστε να πιστοποιήσουν ότι συμμετείχαν κι εκείνοι στη δολοφονία.
Από τον Αρτεμίδωρο στους δημοσκόπους
Σήμερα, λοιπόν, τον ρόλο του οιωνοσκόπου Σπουρίννα αλλά και του σοφιστή Αρτεμίδωρου παίζουν οι δημοσκόποι, καθώς ανεξαρτήτως της μεθοδολογίας του καθενός και των αναγωγών που κάνει κάθε εταιρεία, οι τάσεις που αναδεικνύουν οι έρευνες κοινής γνώμης είναι όμοιες και φανερώνονται κυρίως στα ποιοτικά ευρήματα των σφυγμομετρήσεων: μάλιστα, από τα χαρακτηριστικά των στοιχείων αυτών καθίσταται σαφές ότι αυτές «αι ειδοί του Μαρτίου» έχουν καθοριστικά χαρακτηριστικά και τώρα είναι που διαμορφώνονται οι τάσεις που θα σφραγίσουν τις μελλοντικές πολιτικές εξελίξεις. Το ενδιαφέρον, μάλιστα, όπως προαναφέρθηκε, είναι πως στην παρούσα συγκυρία δεν καταγράφεται απλώς η φθορά της κυβέρνησης ή τα πρώτα σοβαρά ρήγματα στο πρωθυπουργικό προφίλ. Πέραν αυτών, η κοινωνία δεν παραλείπει να στείλει συγκεκριμένα μηνύματα και στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης για το τι της λείπει, τι απαιτεί από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και πόσες ευκαιρίες ακόμη είναι διατεθειμένη να του δώσει.
Μηνύματα και προειδοποιήσεις
Σημειωτέον πως στα κομματικά επιτελεία δεν «ζυγίζουν» μόνο τα δεδομένα που έχουν προκύψει από τις δημοσιευθείσες το τελευταίο διάστημα δημοσκοπήσεις (της Prorata για το Kontra και την «Εφημερίδα των Συντακτών», της Palmos Analysis για την «Αυγή», της Pulse για τον ΣΚΑΪ κ.ά.), αλλά και τα ποιοτικά ευρήματα που έχουν προκύψει από τις διαρκείς κυλιόμενες μετρήσεις που διεξάγονται για λογαριασμό τόσο του Μεγάρου Μαξίμου όσο και για την Κουμουνδούρου.
Στο Μέγαρο Μαξίμου, άλλωστε, έχουν κάθε λόγο να ανησυχούν με τα αποτελέσματα των ερευνών που παίρνουν στα χέρια τους: για παράδειγμα, από το «τσιμπούσι στην Ικαρία» έως το «καφέ στο Da Capο», το πρωθυπουργικό προφίλ έχει αρχίσει να υφίσταται σοβαρά ρήγματα και φαίνεται πως εμπεδώνεται μία εικόνα περί έλλειψης ενσυναίσθησης για τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη. Συν τοις άλλοις, την ώρα που η κοινωνία εμφανίζεται μοιρασμένη για το αν έκανε καλά ή όχι η κυβέρνηση που έκλεισε προληπτικά την Εθνική Οδό, το χάος με την κομμένη ηλεκτροδότηση επί πενθήμερο στα βόρεια προάστια της Αττικής επίσης αποτυπώνεται στις σφυγμομετρήσεις, μαζί με τη δυσθυμία των πολιτών, που βαθμολογούν χαμηλά την ικανότητα της κυβέρνησης να διαχειριστεί τον χιονιά.
Ωστόσο, το πραγματικό και ουσιαστικό πλήγμα για την κυβέρνηση, που πλήττει στο μαλακό υπογάστριο και τη «σκληρή» κομματική βάση της Ν.Δ., δεν είναι άλλο από την «υπόθεση Λιγνάδη». Ωστόσο, έχει το δικό της ενδιαφέρον η διαπίστωση πως το πολιτικό πλήγμα που υπέστη το Μέγαρο Μαξίμου από την υπόθεση Λιγνάδη προέκυψε πάνω στο γόνιμο έδαφος της πολιτικής φθοράς, που έχει αρχίσει να διαμορφώνεται από τις προαναφερθείσες υποθέσεις: δηλαδή, από την Ικαρία, την πλημμελή διαχείριση του χιονιά, αλλά και τη διαρκή καταρράκωση της εμπιστοσύνης των πολιτών ως προς τη διαχείριση της πανδημίας. Σ’ αυτά, λοιπόν, ήρθε να προστεθεί η, ακατανόητη, όπως αποδεικνύεται στα ερωτήματα των μετρήσεων, απόφαση της κυβέρνησης να μην «αδειάζει» επί 15νθήμερο τον Δημήτρη Λιγνάδη, αλλά και την αναγκαστική στροφή 180 μοιρών: δηλαδή, την απόφανση της υπουργού Πολιτισμού πως πρόκειται περί «επικίνδυνου ανθρώπου», την αλλαγή γραμμής ως προς το αν ζητήθηκε ή όχι η παραίτησή του (που οδήγησε και στην έξοδο τον τέως κυβερνητικό εκπρόσωπο, Χρήστο Ταραντίλη), αλλά και την παραλίγο «ανταρσία» στο κυβερνητικό στρατόπεδο για το αν θα έπρεπε να παραιτηθεί ή όχι η Λίνα Μενδώνη. Και, μπορεί ο πρωθυπουργός να πήρε απόφαση να καλύψει την υπουργό Πολιτισμού προκειμένου να «στεγανοποιήσει» την κυβέρνηση έναντι της υπόθεσης Λιγνάδη και να μην αρχίσει να ξηλώνεται το πολιτικό της πουλόβερ, όμως φαίνεται από τα ποσοστά των πολιτών που δείχνουν την έξοδο στην υπουργό Πολιτισμού όπως και μεγάλη μερίδα των παραδοσιακών ψηφοφόρων του κυβερνώντος κόμματος αμφισβητεί ευθέως την απόφαση του πρωθυπουργού να κρατήσει στη θέση της την κα Μενδώνη.
Συγκοινωνούντα δοχεία
Βεβαίως, όλα τα παραπάνω στοιχεία φθοράς της κυβέρνησης περιέχουν πολλά μηνύματα και για τον ΣΥΡΙΖΑ, ειδικά στην περίοδο που ξεκινά τώρα και χαρακτηρίζεται από τη νέα φάση που περνά η πανδημία: δηλαδή, αφενός από την ψυχολογική κούραση της κοινωνίας και την, εξ αυτής, χαμηλή αποδοτικότητα των περιοριστικών μέτρων, αφετέρου από την ανασφάλεια για την «επόμενη μέρα», αναφορικά με τα κοινωνικά και τα οικονομικά συντρίμμια που θα αφήσει πίσω του ο κορωνοϊός.
Σε απλά ελληνικά, οι ερωτώμενοι σε όλες τις σφυγμομετρήσεις καθιστούν σαφές προς την κυβέρνηση ότι φτάνει σε ένα σημείο καμπής μετά το οποίο δεν θα είναι τίποτα ίδιο, αλλά και στον ΣΥΡΙΖΑ πως η αναδιάταξη των πολιτικών συσχετισμών δεν είναι μία... αυτόματη διαδικασία: δηλαδή, δεν λειτουργούν όπως παλιά τα «συγκοινωνούντα δοχεία» του παλιού δικομματισμού, που όριζαν πως μόλις μία κυβέρνηση έπαιρνε την κάτω βόλτα, τότε η εκάστοτε αξιωματική αντιπολίτευση εισέπραττε με έναν αυτόματο τρόπο τη φθορά και μετατρεπόταν σε κυβέρνηση εν αναμονή.
Αντιθέτως, οι δυσφορούντες με την κυβέρνηση πολίτες που απογοητεύονται και χάνουν την υπομονή τους «μετακομίζουν» εύκολα και σχεδόν αυθόρμητα στη χορεία της λεγόμενης «αδιευκρίνιστης ψήφου», απαντώντας δηλαδή είτε πως δεν ξέρουν τι θα ψηφίσουν, είτε πως δεν θέλουν να τοποθετηθούν, είτε πως δεν γνωρίζουν αν θα προσέλθουν στην κάλπη στις επόμενες εκλογές.
Αυτό αποτελεί, λοιπόν, ένα μήνυμα προς τον ΣΥΡΙΖΑ ότι προσώρας δεν μπορεί να καρπωθεί την κυβερνητική φθορά και πως για μεγάλο μέρος της κοινωνίας «δεν αρέσει». Δεν είναι τυχαίο πως το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης κινείται περισσότερες από 5 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από το 32% που κατέκτησε στις τελευταίες εκλογές, πράγμα που εν μέρει δείχνει ότι δεν έχει πείσει ούτε καν εκείνους που τον ψήφισαν. Με άλλα λόγια, το κεντρικό μήνυμα που στέλνουν οι πολίτες στην Κουμουνδούρου είναι αφενός πως παραμένει νωπή η φθορά του ΣΥΡΙΖΑ για την περίοδο που κρατούσε το τιμόνι της χώρας, αφετέρου πως θα πρέπει να κάνει πολλά περισσότερα για να προσελκύσει τη θετική τους ψήφο.
Το μόνο ελπιδοφόρο για την Κουμουνδούρου, που οι τάσεις όλων των σφυγμομετρήσεων αναδεικνύουν, είναι ότι καίτοι οι ερωτηθέντες και οι ερωτηθείσες θυμούνται τι τους είχε απογοητεύσει στον ΣΥΡΙΖΑ, δεν σκέφτονται να «αλληθωρίζουν» προς κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης. Μπορεί, δηλαδή, να υπάρχει ένα «μούδιασμα» της κοινής γνώμης στο να «ακούσει» –πολλώ δε μάλλον να εμπιστευθεί– την αξιωματική αντιπολίτευση, όμως δεν διαπιστώνονται τάσεις ενίσχυσης ούτε του ΚΙΝΑΛ ούτε του ΜέΡΑ25. Αντιθέτως, ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και απογοητευμένοι από την κυβέρνηση πολίτες «μετακομίζουν» στην αδιευκρίνιστη ψήφο, δημιουργούν προϋποθέσεις αλλαγής του πολιτικού σκηνικού, αλλά ταυτοχρόνως στέλνουν μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις ότι δεν θα πρέπει καμία πολιτική δύναμη να τους θεωρεί δεδομένους. Και σε κάθε περίπτωση, τώρα που οι απογοητευμένοι διαμορφώνουν τις νέες «ειδούς του Μαρτίου», το μήνυμα που στέλνει η κοινωνία μέσω των σφυγμομετρήσεων στα πολιτικά κόμματα είναι η ίδια «συμβουλή» που έδινε ο Κ.Π. Καβάφης το 1911 με το ποίημά του «Μάρτιαι Ειδοί»:
«Κι όταν θα φθάσεις στην ακμή σου, Καίσαρ πια·
έτσι περιωνύμου ανθρώπου σχήμα όταν λάβεις,
τότε κυρίως πρόσεξε σαν βγεις στον δρόμον έξω,
εξουσιαστής περίβλεπτος με συνοδεία,
αν τύχει και πλησιάσει από τον όχλο
κανένας Αρτεμίδωρος, που φέρνει γράμμα,
και λέγει βιαστικά “Διάβασε αμέσως τούτα,
είναι μεγάλα πράγματα που σ’ ενδιαφέρουν”,
μη λείψεις να σταθείς· μη λείψεις τους διαφόρους
που χαιρετούν και προσκυνούν να τους παραμερίσεις
(τους βλέπεις πιο αργά)· ας περιμένει ακόμη
κ’ η Σύγκλητος αυτή, κ’ ευθύς να τα γνωρίσεις
τα σοβαρά γραφόμενα του Αρτεμιδώρου».