Παρ’ ότι στις περισσότερες χώρες οι κυβερνήσεις απλώς «κυνηγούν» την εξέλιξη της πανδημίας προσπαθώντας να ισορροπήσουν μεταξύ της δημόσιας υγείας, των αντοχών των συστημάτων υγείας και της ανάγκης να μην καταρρεύσει (εντελώς) η οικονομία, στην Ελλάδα οι δύο βασικές πολιτικές δυνάμεις κάνουν και κάτι άλλο, που δεν συνηθίζεται: διατυπώνουν προτάσεις για την ευρωπαϊκή διαχείριση της κρίσης.
Το τελευταίο 15νθήμερο, η πολιτική επικαιρότητα περί τον κορωνοϊό και την πανδημία δεν έχει μόνο το πώς (και) η ελληνική κυβέρνηση «κυνηγάει» τα νέα κρούσματα, τις άγνωστες μεταλλάξεις και τη διασπορά των επικίνδυνων στελεχών του ιού, αλλά και τη σύγκρουση του πρωθυπουργού και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης για τις προτάσεις τους.
Προσωπική σύγκρουση
Σημειωτέον ότι ευθύς εξ αρχής, η συγκεκριμένη σύγκρουση έχει προσλάβει προσωπικά χαρακτηριστικά, αφού αμφότεροι οι Κυριάκος Μητσοτάκης και Αλέξης Τσίπρας έχουν «πάρει πάνω τους» τις προτάσεις που προβάλλουν στην ελληνική αλλά και την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη και «κονταροχτυπιούνται» επ’ αυτών. Άλλωστε, η πρόσφατη προ ημερησίας διατάξεως στη Βουλή για τη διαχείριση της πανδημίας έδωσε τόσο στον πρωθυπουργό όσο και στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης την ευκαιρία να δώσουν «προσωπικά χαρακτηριστικά» στη σύγκρουση αυτή: ο μεν Κυριάκος Μητσοτάκης παρουσίασε στην εθνική αντιπροσωπεία την πρότασή του για «πιστοποιητικό εμβολιασμού», ο δε Αλέξης Τσίπρας τη δική του πολιτική προτεραιότητα για αγορά των πατεντών των εμβολίων από την Ε.Ε., προκειμένου αυτή να «διαχυθεί» και στις υπόλοιπες φαρμακευτικές εταιρείες που έχουν τις παραγωγικές δυνατότητες να ενταχθούν στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Σημειωτέον ότι και οι δύο ιδέες είναι σε «εξέλιξη», υπό την έννοια ότι τόσο για το «πιστοποιητικό εμβολιασμού» όσο και για τη «μάχη της πατέντας», η συζήτηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει μόλις ανοίξει.
Το ρίσκο του πιστοποιητικού
Ο πρωθυπουργός, πριν ανέβει στο βήμα της Βουλής, είχε παρουσιάσει σε συνεντεύξεις του, αλλά και σε συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, την πρότασή του για ένα κοινό ευρωπαϊκό πιστοποιητικό εμβολιασμού. Μάλιστα, ευθύς εξ αρχής, ο κ. Μητσοτάκης είχε συνδέσει με τον ελληνικό τουρισμό και το καλοκαίρι τη συγκεκριμένη ιδέα, αφήνοντας να εννοηθεί ότι αυτό το πιστοποιητικό θα ήταν κάτι σαν «υγειονομικό διαβατήριο». Μάλιστα, ο κ. Μητσοτάκης, έχοντας δει τη «ναυαρχίδα» του λαϊκιστικού Τύπου στη Γερμανία, την «Bild», να χαρακτηρίζει την πρότασή του «εκρηκτική», παρουσίασε την ιδέα του, έτσι όπως φέρεται να την έχει στο μυαλό του, στους Ευρωπαίους ομολόγους του, κατά την τελευταία Σύνοδο Κορυφής, έχοντας τη στήριξη και του αυστριακού καγκελαρίου, Σεμπάστιαν Κουρτς.
Βεβαίως, η υποδοχή της πρότασης Μητσοτάκη –στο μέτρο που συνδέεται με τη δυνατότητα των εμβολιασμένων ατόμων να ταξιδεύουν γρηγορότερα και ευκολότερα– ήταν κάπως ψυχρή: το Παρίσι, πριν καν τη Σύνοδο Κορυφής, είχε κρατήσει σαφείς αποστάσεις με επιλεκτικές διαρροές, ενώ και στο κείμενο των συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου υπάρχει μόνο μία γενικόλογη αναφορά που ουδόλως συνδέει την ιδέα Μητσοτάκη με πρόσθετες ελευθερίες και προνόμια για τους εμβολιασμένους. Εξάλλου, μετά το δημοσίευμα της «Bild» για την πρόταση του Έλληνα πρωθυπουργού, η συζήτηση άνοιξε και στη Γερμανία – πολλώ δε μάλλον που τη συγκεκριμένη πρόταση υιοθέτησε και ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών, Χάικο Μάας. Ωστόσο, το θέμα πάγωσε αφότου το debate στη γερμανική δημόσια σφαίρα είχε πάρει φωτιά, καθώς ευλόγως κρίθηκε ότι η συζήτηση για προνόμια σε εμβολιασμένους σε μία φάση που τα εμβόλια είναι δυσεύρετα, είναι αρκετά προβληματική. Άλλωστε, μία τέτοια συζήτηση θα οδηγούσε τους νεότερους Ευρωπαίους, που ευλόγως παραχωρούν την προτεραιότητά τους στους ευπαθείς ηλικιωμένους, στο συμπέρασμα ότι και τη σειρά τους προσφέρουν στους μεγαλύτερους συμπολίτες τους και «αδικημένοι» ως προς το πού, πώς και πότε μπορούν να ταξιδέψουν το καλοκαίρι είναι!
Έτσι, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες και από κοινοτικές πηγές, όσο κι αν το Μέγαρο Μαξίμου επιμένει ότι η απόφαση της Συνόδου συνιστά «το πρώτο βήμα» για υιοθέτηση της πρότασης Μητσοτάκη, πόρρω απέχει απ’ αυτό. Αντιθέτως, αν οι Ευρωπαίοι αποφασίσουν να υιοθετηθεί ένα τέτοιο πιστοποιητικό, αυτό θα αφορά στα κράτη και όχι στις εταιρείες και τα στοιχεία των εμβολιασμένων θα συλλέγονται για λόγους ιατρικής και έρευνας. Όχι, όμως, για να χρησιμοποιούνται σαν «διαβατήριο» ή για να εξασφαλίσουν φέτος το καλοκαίρι οι εμβολιασμένοι συμπολίτες μας μία «fast lane» (λωρίδα ταχείας κυκλοφορίας) στις διακοπές τους, χωρίς τα πρόσθετα κόστη των μοριακών ελέγχων ή την ταλαιπωρία των υποχρεωτικών περιόδων καραντίνας πριν από την άφιξη στον τόπο διακοπών και μετά την επιστροφή τους στις πατρίδες τους.
Συν τοις άλλοις, όπως είναι σε θέση να γνωρίζει η στήλη, στον πρωθυπουργό αλλά και σε ορισμένους υπουργούς εκφράστηκαν επιφυλάξεις και από στελέχη του τουριστικού κλάδου, προειδοποιώντας ότι όπως, κατά τα φαινόμενα, προχωρά ο εμβολιασμός στην Ευρώπη, η χώρα μας θα κινδύνευε, αν το πιστοποιητικό εμβολιασμού επείχε θέση «υγειονομικού διαβατηρίου», να… μη δεχθεί ούτε έναν τουρίστα κάτω των 50 ετών!
Άνοιξε η συζήτηση
Στον αντίποδα, σε αυτό το προγραμματικό «μπρα-ντε φερ» φαίνεται ότι κερδίζει αρκετούς πόντους ο Αλέξης Τσίπρας: ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, καίτοι ως εκ της θέσεώς του δεν έχει τα ίδια μέσα πίεσης των Ευρωπαίων με τον πρωθυπουργό, κλιμακώνει την εκστρατεία «διεθνοποίησης» της πρότασης να αγοράσει η Ε.Ε. τις πατέντες από τις παραγωγούς εταιρείες, ώστε να διατεθούν αυτές και σε όσες ακόμη φαρμακευτικές μπορούν να ενταχθούν στη μάχη εμβολιασμού των Ευρωπαίων. Η ειρωνεία της υπόθεσης είναι πως, πριν «σηκώσει» το θέμα ο Αλέξης Τσίπρας, η συζήτηση είχε ξεκινήσει… κάπως αλλιώς: ήταν, δηλαδή, μία πρόταση του καθηγητή Πολιτικής της Υγείας στο London School of Economics, Ηλία Μόσιαλου, που την είχε παρουσιάσει και στον Κυριάκο Μητσοτάκη – ο οποίος, εξάλλου, έχει τοποθετήσει τον Μόσιαλο εκπρόσωπο της Ελλάδας σε όλα τα διεθνή fora για τον κορωνοϊό. Και, ενώ ο πρωθυπουργός είχε αρχικώς αρθρογραφήσει, την περασμένη άνοιξη, για το θέμα αυτό, μετά το άφησε κατά μέρος, δείχνοντας να υποτιμά την αξία του. Μάλιστα, στην προαναφερθείσα κοινοβουλευτική «κονταρομαχία» του με τον Αλέξη Τσίπρα στη Βουλή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεξε να αποδομήσει με άκρως ειρωνικό τρόπο την πρόταση του επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ, για την οποία στο παρελθόν είχε… αρθρογραφήσει και ο ίδιος. «Τι θέλετε, κύριε Τσίπρα, να κρατικοποιήσουμε την Pfizer με έναν νόμο και ένα άρθρο;» είχε ρωτήσει, σκωπτικά, τον προκάτοχό του στην πρωθυπουργία, επιφυλάσσοντας μία αντιμετώπιση που ήταν εν πολλοίς προσβλητική και για τον ίδιο τον κ. Μόσιαλο.
Ωστόσο, σε αντίθεση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη που έβαλε την υπογραφή του σε ένα άρθρο και μετά παρέπεμψε την πρόταση στις ελληνικές καλένδες, ο Αλέξης Τσίπρας φαίνεται πως έχει βρει σ’ αυτήν τη «λυδία λίθο» της πολιτικής αντεπίθεσης για να πάρει «το πάνω χέρι» στην αντιπαράθεση με την κυβέρνηση επί της πανδημίας. Κατόπιν πρωτοβουλίας του ΣΥΡΙΖΑ, το θέμα έφτασε στην Ευρωπαϊκή Αριστερά και, μέσω αυτής, η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης ενέκρινε με ευρύτατη πλειοψηφία σχετικό ψήφισμα.
Πέραν αυτού, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ τηλεφώνησε και στον επικεφαλής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, Τέντρος Γκεμπρεγιέσους, ο οποίος, άλλωστε, πριν από μερικές ημέρες εξέφρασε την πλήρη και κατηγορηματική αντίθεσή του με κάθε σκέψη «πιστοποιητικού εμβολιασμού». Στην τηλεφωνική επικοινωνία Γκεμπρεγιέσους-Τσίπρα υπήρξε «συναντίληψη», όπως λένε όσοι ξέρουν – και αυτό φάνηκε στο «τιτίβισμα» του επικεφαλής του ΠΟΥ στο twitter: έκανε λόγο για ένα «καλό τηλεφώνημα» που είχε με τον Αλέξη Τσίπρα και υιοθέτησε στεντορεία τη φωνή την πρόταση για αγορά της πατέντας. Όλα αυτά, την ώρα που στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη έχει φουντώσει η συζήτηση για την αποτυχία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να «τιθασεύσει» τα ύποπτα παιχνίδια των εταιρειών – και δη της Astra Zeneca, που ανάγκασε τις Βρυξέλλες σε συμβιβασμό.
Συν τοις άλλοις, στη δημόσια συζήτηση τέθηκε και η «καρδιά» του ζητήματος: ότι, δηλαδή, αφ’ ης στιγμής οι φαρμακευτικές εταιρείες που έχουν αναπτύξει εμβόλια έλαβαν από την Ε.Ε. εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, δεν δικαιούνται ούτε να διαχειρίζονται τα εμβόλια σαν ολοκληρωτικά «δικό τους» προϊόν, ούτε να προβαίνουν σε σκοτεινές συμφωνίες με στόχο τη μεγιστοποίηση του κέρδους τους.
Συν τοις άλλοις, πριν αυτή η συζήτηση απλώσει κι άλλο και γίνει «επικίνδυνη» για τις εν λόγω εταιρείες, η ίδια η ζωή έδειξε πως η πρόταση για την πατέντα είναι απολύτως εφαρμόσιμη: ήδη, η Pfizer έχει έρθει σε συμφωνία με δύο φαρμακευτικές εταιρείες-κολοσσούς, τη Sanofi και τη Novartis για να τη βοηθήσουν –χρησιμοποιώντας την πατέντα και διαθέτοντας τις παραγωγικές αλυσίδες τους– στην παρασκευή 100 εκατομμυρίων δόσεων καθ’ εκάστην, ώστε να καλυφθούν γρήγορα οι ανάγκες για την οικοδόμηση του «τείχους ανοσίας» απ’ άκρη σ’ άκρη στη Γηραιά Ήπειρο.