ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ: «ΖΩΝΤΑΝΕΨΕ» Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΟΡΟΣ ΤΟΥ 1827
Ομογένεια: Μία ιστορική εκδήλωση για τα 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση στη Νέα Υόρκη.
Ο νεότερος ιεράρχης της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο οποίος ανέλαβε το τιμόνι και έσπασε τα εκκλησιαστικά ταμπού, καλώντας τους νέους να έρθουν στους ναούς όπως οι ίδιοι αισθάνονταν. «Χριστόδουλε, σε πάμε!» του φώναζαν. Και εκείνος απαντούσε: «Και εγώ σας πάω…» Ένας αληθινά πρωτοπόρος, εκφραστής της Ορθοδοξίας και του Χριστιανισμού, μια αμφιλεγόμενη ίσως προσωπικότητα, που όμως ακροβατούσε σε μία λεπτή γραμμή τολμώντας να δείξει την υπεροχή του, αλλά συγχρόνως και την ευαισθησία του για θέματα μοναξιάς, ναρκωτικών, ανεργίας, πολιτικής, μιλώντας στις ψυχές των Ελλήνων με γλώσσα απλή και κατανοητή.
Είχα την τύχη να τον γνωρίσω λίγο πριν ζήσει τον δικό του «Γολγοθά», σε ένα ταξίδι μου στην πατρίδα. Επρόκειτο να γίνω κουμπάρος σε ένα ζευγάρι, που μόλις μία ημέρα πριν είχα γνωρίσει, οι οποίοι με προσέγγισαν και μου ζήτησαν να τους παντρέψω διότι: ήθελαν τον γάμο τους να ευλογήσει ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος. Απευθύνθηκαν στο γραφείο του, αλλά η απάντηση που πήραν ήταν ότι αυτό θα γινόταν μόνο εάν είχαν ως κουμπάρο κάποιο διάσημο πρόσωπο. Έτσι, μόλις με γνώρισαν, πήραν το θάρρος και μου ζήτησαν ούτε λίγο ούτε πολύ να τους παντρέψω εγώ, με μία φίλη τους επίσης γνωστή δημοσιογράφο η οποία ζει στο εξωτερικό, ώστε να γίνουμε εμμέσως η δίοδός τους προς τον Αρχιεπίσκοπο. Ήμουν σκεπτικός στην αρχή, αλλά στην συνέχεια δέχθηκα να τους βοηθήσω. Η σχέση μου με την Εκκλησία δεν ήταν ποτέ «στενή» και φυσικά δεν υπήρξα ποτέ θρησκόληπτος. Πιστεύω ότι ο Θεός είναι Θεός αγάπης και υποστηρίζω την αγάπη ως την απόλυτη θεότητα. Δεν πίστεψα ποτέ ότι ο Θεός είναι τιμωρός, όπως επίσης –ανεξάρτητα με τα ονόματα που τον «βαφτίζουν» οι θνητοί– είναι ένας, μοναδικός, έτοιμος να συγχωρήσει.
Καθώς, λοιπόν, δεν είχα ποτέ επαφές με την κοσμική πλευρά της Εκκλησίας, αφού η πίστη και η προσευχή είναι και παραμένει εντελώς προσωπική υπόθεση, είχα επιφυλάξεις για το αν και γιατί έπρεπε να δεχθώ να είμαι κουμπάρος σ’ ένα μυστήριο με την υπερπολυτέλεια που θα το χαρακτήριζε, αν ευλογούσε την ένωση των συγκεκριμένων ανθρώπων ο τότε αρχιεπίσκοπος Ελλάδας.
Να θυμίσω ότι η δημοσιότητα εκείνη την περίοδο γύρω από τις δραστηριότητές μου θα τους «άνοιγε» την πόρτα της Αρχιεπισκοπής, με αποτέλεσμα ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος να δεχθεί να έρθει στον γάμο, και με αυτόν τον τρόπο το όνειρό τους να γίνει πραγματικότητα.
Ο γάμος θα γινόταν στον Ιερό Ναό του Αγίου Κωνσταντίνου της Γλυφάδας. Όταν έφθασα στην εκκλησία, γινότανε το «έλα να δεις». Χιλιάδες κόσμου είχε κατακλύσει ακόμη και το προαύλιο, υπέρλαμπροι πολυέλαιοι, κόκκινα χαλιά, στολισμοί, σε σημείο που το μυστήριο να έμοιαζε με την τελετή απονομής των Όσκαρ.
Στην ιερά πύλη, δεκάδες παπάδες, δεσποτάδες που φορούσαν άμφια από χρυσό και ασήμι, έξι δεξιά και έξι αριστερά από το ιερό, άρχισαν να τελούν το μυστήριο.
Οι χορωδίες δύο, ο κόσμος είχε δημιουργήσει το αδιαχώρητο, αλλά ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος δεν είχε εμφανιστεί ενώ η ώρα περνούσε. Όπως ήμουν λοιπόν δίπλα από το ζευγάρι μια παρέα σχολίαζε. «Μα καλά, η… Μαρινέλλα ακόμη να βγει;»
Το μυστήριο κόντευε να τελειώσει και η «μεγάλη φίρμα» πουθενά. Είχα αρχίσει και να αναρωτιέμαι αν πραγματικά θα εμφανιζόταν ο Αρχιεπίσκοπος.
Ξαφνικά, μετά από ένα χορωδιακό κρεσέντο ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος εμφανίζεται στην Ιερά Πύλη με την ακολουθία του. Ήταν τρεις που του κρατούσαν τα άμφια, έτσι ώστε να διευκολύνεται ο βηματισμός του. Το μεγαλείο στο απόλυτό του !!!
Χρειάστηκαν μόλις ελάχιστα δευτερόλεπτα και τα πάντα άλλαξαν! Ένιωσα την εκκλησία να υπερφωτίζεται. Η λάμψη η οποία εξέπεμπε εκείνος ο άνθρωπος ήταν μοναδική. Τον κοίταξα μαγεμένος. «Απίστευτο», σκέφτηκα, «ο άνθρωπος είναι σταρ!».
Όταν τελείωσε ο γάμος και το νιόπαντρο ζευγάρι έφυγε μαζί με τον κόσμο, με πλησίασε ο γραμματέας του και μου είπε πως ο Αρχιεπίσκοπος ήθελε να με γνωρίσει – στην ουσία ήθελε να χαιρετίσει για πέντε λεπτά τον «διάσημο» κουμπάρο του ζευγαριού.
Προχώρησα στο πίσω μέρος της εκκλησίας, όπου με περίμενε, νιώθοντας ωστόσο μία στρεσογόνο αγωνία. Τον αντικρίζω πρόσωπο με πρόσωπο! Η λάμψη του συνεχίζει να με μαγεύει. Ο γραμματέας του μας σύστησε και αρχίσαμε την κουβέντα στο όρθιο – εξάλλου, μια απλή γνωριμία είχα καταλάβει ότι θα ήταν ανάμεσα στον επικεφαλής της Ελλαδικής Εκκλησίας και σε έναν Ελληνοαμερικανό πολύ αναγνωρίσιμο στο εξωτερικό και όχι μόνο κουμπάρο.
Διαψεύστηκα. Η «κουβέντα των πέντε λεπτών» μετατράπηκε σε φιλοσοφική ανταλλαγή απόψεων που πλησίασε τη μία ώρα. Άναβα το ένα τσιγάρο μετά το άλλο μ’ εκείνον να μη δείχνει ότι ενοχλείται.
Καταλάβαινα ότι συναντούσα έναν χαρισματικό και «μαγικό» στην επικοινωνία ιεράρχη. Η συμπάθεια ήταν αμοιβαία.
Ο χρόνος της συζήτησής μας αναλώθηκε σε φιλοσοφικές προσεγγίσεις του ίδιου, γιατί –όπως αποδείχθηκε– ήταν ένας σύγχρονος σπουδαίος φιλόσοφος, ενώ εγώ από την πλευρά μου δεν έκρυψα την υπεροψία και την αυθάδεια που χαρακτήριζε εκείνη την εποχή τον χαρακτήρα μου.
Στο βλέμμα του αποτυπωνόταν η αγωνία του για τους νέους, για τους ξεχασμένους Αγιάννηδες του κόσμου, και για τις εξελίξεις στην Ελλάδα που το προέβλεπε να ήταν δυσοίωνες.
Οι πολυπληθείς αναφορές του στον Πλάτωνα και όχι μόνο μ’ εντυπωσίασαν καθώς είχα δίπλα μου έναν άνθρωπο που είχε μελετήσει, αναλύσει και καθηλωθεί από την αξεπέραστη σκέψη των Αρχαίων Ελλήνων.
Φλογερός, προσηνής, με σταθερή επιμονή στην υπεράσπιση της Ορθοδοξίας, όχι με βερμπαλισμούς, αλλά με επιχειρήματα. Δεν είναι οι ιδέες που ανταλλάξαμε, είναι ο τρόπος και το πώς τις ανταλλάξαμε, που εκείνη η συνάντηση παραμένει μέσα μου τόσο ζωντανή, καθώς δεν γνώρισα κάποιον άλλον άνθρωπο με διεθνή ακτινοβολία που να έχει κατορθώσει να με εντυπωσιάσει σε τέτοιο βαθμό.
Και τι δεν είπαμε εκείνη την ημέρα… Πώς χώρεσαν τόσες έννοιες σε ένα τόσο σύντομο κομμάτι του χρόνου; Με μάγεψε, ναι, σε βαθμό που να ξεχάσω τις υπερβολές και τις εντυπώσεις που είχε δημιουργήσει το κλίμα της εμφάνισής του στην Ιερά Πύλη. Στα 32 χρόνια της καριέρας μου είχα την τύχη να γνωρίσω βασιλείς, αρχηγούς κρατών, διεθνείς προσωπικότητες της τέχνης και των γραμμάτων και, όπως πολλοί γνωρίζουν, ακόμα και χολιγουντιανά λαϊκά είδωλα. Τους σταρς του Χόλυγουντ δεν τους γνώριζα απλά, έκανα παρέα μαζί τους, πηγαίναμε για καφέ και φαγητό, σύχναζα στα πάρτι τους, γνώριζα τα πάθη τους, τις αγωνίες και τις ανασφάλειές τους.
Ο Μακαριότατος ήταν ένα χαρισματικό πνεύμα ως ουσιαστικά μορφωμένος άνθρωπος, που στόχο ζωής είχε να αποκαταστήσει το καθημαγμένο κύρος της Ορθοδοξίας αλλά και του Ελληνισμού. Μιλούσε και σε διαπερνούσε η βαθιά του πεποίθηση πως ο Χριστιανισμός κινδύνευε, και ανησυχούσε γι’ αυτό.
Πριν αποχωριστούμε, τον προσκάλεσα στην Επίδαυρο, όπου είχα πάρει τότε ένα πανέμορφο σπίτι, και εκείνος με τη σειρά του δεσμεύτηκε με τον όρο να τον επισκεφθώ στην Αρχιεπισκοπή. Δέχτηκε με χαρά την πρόσκλησή μου, όπως κι εγώ τη δική του. Μόνο που τούτες οι υποσχέσεις-προσκλήσεις δεν υλοποιήθηκαν ποτέ, καθώς ο «χρόνος, ο πάντων πρόγονος», όπως έλεγε και ο Πίνδαρος, αλλιώς είχε αποφασίσει.
Τα άσχημα νέα τα έμαθα στην Αμερική, όπου επέστρεψα λίγο μετά την πρώτη και τελευταία γνωριμία μου μαζί του. Και θεωρώ ότι είμαι από τους λίγους τυχερούς που είδα σε έναν άνθρωπο τη λάμψη που ζήλεψαν και ζηλεύουν πολλοί.
Ένας άνθρωπος που γνώριζε και χρησιμοποιούσε όλα τα υπερβολικά στοιχεία της θέσης του με σκοπό ν’ ανοίξει την εκκλησία για όλους και όλες και να διαδώσει με τον πιο επικοινωνιακό τρόπο αυτό που ορκίστηκε να υπηρετήσει με όλο του το είναι.
Η χλιδή και η υπερβολή, σε συνδυασμό με τον χαρισματικό του λόγο, ίσως ήταν τα σημαντικότερα «εργαλεία» που γύρισαν πάρα πολύ μεγάλη κατηγορία κοινού στην εκκλησία.
Εκείνη η συζήτηση με έκανε να καταλάβω γιατί τον λάτρεψε η νεολαία, γιατί τον πίστεψε ο κόσμος, γιατί όπου εμφανιζόταν ταρακουνιόταν η Γης, γιατί ενοχλούσε μέχρι σημείου μίσους ο λόγος του κάποιους. Με έκανε να καταλάβω γιατί τελικά έφυγε(;) τόσο ξαφνικά από κοντά μας...
Γεννήθηκε στις 17 Ιανουαρίου του 1939 στην Ξάνθη και έφερε το κοσμικό όνομα Χρήστος Παρασκευαΐδης. Σπούδασε Νομικά, Θεολογία και Βυζαντινή Μουσική. Χειροτονήθηκε διάκονος το 1961 και πρεσβύτερος το 1965. Το 1974 εξελέγη Μητροπολίτης Δημητριάδος. Το 1998, μετά τον θάνατο του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ, ο Χριστόδουλος εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος.
Ο λόγος του και η προσέγγισή του στη νεολαία είχαν ως αποτέλεσμα πολύ γρήγορα όλοι να ασχολούνται μαζί του. Όταν καλούσε τους νέους να επαναπροσεγγίσουν την εκκλησία, «όπως είστε, με το τζιν, ακόμη και με το σκουλαρίκι», όπως έλεγε, ζητώντας τους συγγνώμη για όσα δεν έγιναν από τους μεγαλύτερους, σίγουρα άρχισε να μπαίνει στο στόχαστρο κάποιων αντιδρούντων. Έδωσε έμφαση στο φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας, ιδρύοντας νέους οργανισμούς με μέριμνα για την άγαμη μητέρα, τους ναρκομανείς και την κακοποιημένη γυναίκα, τη βιοηθική κ.ά. Το κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας προάγεται διαρκώς τόσο στον Ελλαδικό χώρο όσο και παγκοσμίως. Ως παράδειγμα αναφέρουμε τη ΜΚΟ «Αλληλεγγύη», που έστελνε βοήθεια σε πολλές χώρες σε όλο τον κόσμο.
Και βέβαια δεν μπορούσε να μην εκσυγχρονίσει την Αρχιεπισκοπή, ιδρύοντας την υπηρεσία Διαδικτύου με ψηφιακή βιβλιοθήκη σε 9 γλώσσες, μουσικοθήκη, πινακοθήκη και πολιτιστική πύλη δίγλωσση (ελληνικά και αγγλικά).
Το συγγραφικό του έργο απέραντο, πολλών τόμων και σελίδων.
Σταθμοί της αρχιεπισκοπικής ιεραρχίας του, από τους μεγαλύτερους, ήταν τόσο η επιμονή του αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες, σε κόντρα με τον τότε πρωθυπουργό, Κώστα Σημίτη, με τα μαζικά συλλαλητήρια που όλοι θυμόμαστε και κράτησε δύο χρόνια αρχής γενομένης το 2000, όσο και η επίσκεψη του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β΄ στην Αθήνα, κάτι που μέχρι τότε θεωρείτο αδιανόητο. Μάλιστα, ήταν τότε που ο Πάπας Ιωάννης ζήτησε συγγνώμη στην ελληνική γλώσσα από τον ελληνικό λαό για τα λάθη που διέπραξε η Καθολική Εκκλησία εις βάρος της Ορθοδοξίας, αναφερόμενος στην πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 από την Δ΄ Σταυροφορία.
Τον Ιούνιο του 2007 διαγνώσθηκε με καρκίνο του παχέος εντέρου και χειρουργήθηκε. Όμως εις μάτην καθώς, παρά την επιτυχία της επέμβασης, διαγνώσθηκε και με δεύτερο καρκίνο στο ήπαρ και με κίρρωση. Μετέβη στην Αμερική για μεταμόσχευση του ήπατος, αλλά η μεταμόσχευση δεν πραγματοποιήθηκε γιατί πλέον διαπιστώθηκαν πολλαπλές μεταστάσεις. Επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου στις 28 Ιανουαρίου 2008 άφησε την τελευταία πνοή. Η κηδεία του έγινε με όλες τις τιμές, για να καταλήξει στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών, όπου και η ταφή του.
Λίγες ημέρες πριν, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, και διαισθανόμενος το τέλος του, άφησε το τελευταίο του μήνυμα ως παρακαταθήκη.
«Σταθείτε όλοι όρθιοι στις επάλξεις σας και μη ξεπουλήσετε τα πρωτοτόκια μας. Διδάξτε στα παιδιά σας την αλήθεια, όπως την εβίωσαν οι αείμνηστοι Πατέρες μας. Ο λαός μας ξέρει να υπερασπίζεται τα ιερά και τα όσιά του. Το έχει κατ’ επανάληψιν αποδείξει. Και θα το αποδείξει και πάλι. Αντίσταση και Ανάκαμψη. Για να ξαναβρούμε ό,τι έχουμε χάσει, για να υπερασπισθούμε ό,τι κινδυνεύει».