Μεγαλώσαμε με τους μύθους του… όπως μεγαλώνουν και τα παιδιά μας. Ο πιο διάσημος παραμυθάς του κόσμου έχει μια θέση στις βιβλιοθήκες μας. Κι όμως, λίγοι γνωρίζουν τα της ζωής του και του φρικτού τέλους του.
Ο Αίσωπος ήταν αρχαίος Έλληνας μυθογράφος. Ο πρώτος που ασχολήθηκε με αυτό το λογοτεχνικό είδος, ενώ θεωρείται ο πατέρας της διδακτικής μυθολογίας.
Γεννήθηκε τον 7ο αι. π.Χ., αν και οι μύθοι του γίνονται γνωστοί έναν αιώνα αργότερα. Όσο για το πού γεννήθηκε, πολλές πόλεις τον διεκδικούν, με πρώτη όμως και κυριότερη την Φρυγία. Αυτό ερμηνεύεται με το επιχείρημα ότι ταξίδευε πολύ, επομένως ήταν φυσιολογικό να τον διεκδικεί η Σάμος ή η… Αιθιοπία.
Ο Ηρόδοτος τον χαρακτήριζε «λογοποιό», ενώ ο Πλούταρχος τον περιέγραφε ως έναν άσχημο δούλο, είχε πολύ μεγάλο κεφάλι σε σχέση με το υπόλοιπο σώμα, πλακουτσωτή μύτη, φουσκωτά χείλη, καμπουριασμένο σώμα και μεγάλη πεταχτή κοιλιά, χαρακτηριστικά που του απέδωσαν το όνομα «Αίσωπος», δηλαδή «Αιθίοπας». Μάλλον ήταν και κουτσός.
Πράγματι, ο Αίσωπος ήταν δούλος! Δηλαδή, μάλλον προήλθε από αιχμαλωσία και δούλευε στα κοπάδια του αφέντη του. Ύστερα πουλήθηκε σε ένα σκλαβοπάζαρο στην Έφεσο και τον αγόρασε ο Ξάνθος από την Σάμο, ένας φιλόσοφος, ο οποίος τον εκτιμούσε και τον έπαιρνε μαζί του στα ταξίδια που έκανε στον τότε γνωστό κόσμο... Ήταν η μεγάλη του ευκαιρία, γιατί γνώρισε έτσι από κοντά το άγνωστο σ’ εκείνον ζωικό βασίλειο όπου γης, κάτι που τον βοήθησε να γράψει τους μύθους του.
Ο βίος του Αισώπου διαρθρώνεται σε τρεις ενότητες: α) την περίοδο της δουλείας στην Σάμο, β) το διάστημα της θητείας του ως συμβούλου στην Βαβυλώνα, δίπλα στον βασιλιά Κροίσο, και γ) την εποχή της επίσκεψής στους Δελφούς και του θανάτου του.
Ένας θάνατος που οφειλόταν στον μεγάλο σεβασμό του Αισώπου προς τον Απόλλωνα αφενός και προς τον βασιλιά Κροίσο αφετέρου. Συγκεκριμένα, το 564 π.Χ. ο Κροίσος τον έστειλε με ένα μεγάλο ποσό χρυσού στους Δελφούς, για να το διανείμει στους κατοίκους, τελώντας θυσία για λογαριασμό του. Αλλά ο Αίσωπος δυσφόρησε με την απληστία τους, αρνήθηκε να μοιράσει το ποσό και το έστειλε πίσω στον βασιλιά του. Οργισμένοι οι κάτοικοι των Δελφών τον κατηγόρησαν για κλοπή και ιεροσυλία, βάζοντας στις αποσκευές του ένα ιερό σκεύος, και, παρά τον ιερό του χαρακτήρα ως πρεσβευτή, τον εκτέλεσαν σαν δημόσιο εγκληματία, κατακρημνίζοντάς τον από τις λεγόμενες Φαιδριάδες Πέτρες. Όμως, επειδή ήταν αφιερωμένος στον Απόλλωνα, Σύμφωνα με τη παράδοση, ο Απόλλωνας τιμώρησε την αδικία τους, στέλνοντας στους κατοίκους των Δελφών μεγάλη πείνα και λιμό, που θέρισε πολλούς κατοίκους. Αυτοί τότε, για να εξιλεωθούν, έστησαν μια μαρμάρινη στήλη προς τιμήν του Αισώπου.
Όπως και οι Αθηναίοι εκτίμησαν το έργο του και έστησαν ανδριάντα προς τιμήν του, παρά το γεγονός ότι ήταν δούλος.
Ο Αίσωπος δεν έγραψε τους μύθους του, αλλά τους διηγήθηκε προφορικά και οι περισσότεροι διασώθηκαν από στόμα σε στόμα.
Ο Δημήτριος ο Φαληρεύς ήταν ο πρώτος που εξέδωσε μερικούς μύθους τον 4ο αιώνα π.Χ. Η συλλογή αυτή δεν σώζεται και μόνο ποιητικές επεξεργασίες του Βαβρίου στα ελληνικά, του Φαίδρου στα λατινικά κι άλλων διέσωσαν το υλικό της επιτομής εκείνης. Όλες οι σωζόμενες σήμερα συλλογές είναι πολύ μεταγενέστερες και προέρχονται από τον 1ο ή 2ο αιώνα κι έπειτα. Οι μύθοι του έχουν συγκεντρωθεί σε «Συλλογή Αισώπειων Μύθων», ενώ σώζονται γύρω στους 584 μύθους.
Πρώτη φορά εκτυπώθηκαν στο Μιλάνο το 1479 μ.Χ., στην Βενετία το 1525 και 1543 από την οικογένεια τυπογράφων Damiano di Santa Maria, ενώ ακολούθησε μία έκδοση στο Παρίσι το 1547. Ο Κοραής τούς τύπωσε το 1810 στο Παρίσι κι ακολούθησε κριτική έκδοση το 1852 στη Λειψία από τον Χαλμ. Έκτοτε πολλές εκδόσεις παρουσιάστηκαν και οι Μύθοι πιστεύεται πως έχουν διαβαστεί παγκοσμίως σχεδόν όσο και η Βίβλος.
Πρωταγωνιστές στους μύθους του Αισώπου είναι, κατά το πλείστον, ορισμένα ζώα, όπως η αλεπού, ο λύκος, το λιοντάρι, το ελάφι κ.ά. Κυρίως είναι διάλογοι μεταξύ ζώων που μιλούν κι ενεργούν σαν άνθρωποι, ενώ υπάρχουν και μερικοί με ανθρώπους ή θεούς.