«Όποιος επιχειρηματίας της εστίασης θέλει να παραδώσει στ’ αλήθεια τα κλειδιά της επιχείρησής του, εγώ προσωπικά ο Άδωνις Γεωργιάδης την παίρνω. Την παραλαμβάνω εγώ. Γιατί όταν ακούω έναν άνθρωπο σήμερα ότι έχει ένα κατάστημα εστίασης, το οποίο δεν πληρώνει ενοίκιο, δεν πληρώνει εργαζομένους, παίρνει επιστρεπτέα προκαταβολή και το κράτος τού πληρώνει τα πάγια έξοδα, θεωρεί ότι είναι αδικημένος σε αυτήν τη χώρα. Ο κακός συνδικαλισμός την ώρα της συμφοράς δεν μου αρέσει», είπε ο υπουργός Ανάπτυξης και Αντιπρόεδρος της ΝΔ, Άδωνις Γεωργιάδης, και την ίδια ώρα το πνεύμα της Θάτσερ γουργούρισε όλο ευχαρίστηση. Βέβαια εκείνη θα τους καλούσε να πουν κι ευχαριστώ, γιατί –να ένα επιχείρημα– η εστίαση καλοπερνά σε βάρος του κοινωνικού συνόλου.
Να, για κάτι τέτοια ωραία επιχειρήματα ο υπουργός τα βάζει με τον εαυτό του που δεν τα σκέφτηκε. Ίσως και να τον πιάνει μια στεναχώρια που δεν ήταν εκεί, στο Ηνωμένο Βασίλειο των 70s ,να δει από κοντά τις πολιτικές κατάπνιξης του συνδικαλισμού, του περιορισμού των εργασιακών δικαιωμάτων και της αποσάρθρωσης του κοινωνικού κράτους. What a pity indeed, που θα έλεγε και η Σιδηρά Κυρία.
Την επομένη, ο λαλίστατος υπουργός –ως είθισται– βγήκε να «τα μαζέψει». Έκανε λόγο για δήλωση «ειρωνική σε μία υπερβολή του ότι δήθεν αυτή η Κυβέρνηση αδιαφορεί για τις επιχειρήσεις της εστιάσεως ή και για οποιαδήποτε άλλη». Και πρόσθεσε όλο έπαρση: «Όποιος έχει να μας καταθέσει και σε μένα προσωπικά καμία καλή ιδέα για να ενισχύσουμε τις επιχειρήσεις έτι περαιτέρω ευπρόσδεκτος. Έχουμε αποδείξει ότι και τα γραφεία και τα αυτιά μας είναι ανοικτά και αν κάνουμε κάπου λάθος, εδώ είμαστε να το διορθώσουμε», συνέχισε.
Ωστόσο, και αυτή η δήλωση ελέγχεται για την ακρίβεια της. Όπως κάθε μέλος του φαν κλαμπ της Σιδηράς Κυρίας που σέβεται τον εαυτό του, επανέλαβε τα περί συνδικαλιστικών υπερβολών και βέβαια υπερασπίστηκε το «ύφος του» που δεν είναι ξύλινο. Πράγματι, αν το ύφος του ήταν φτιαγμένο από κάποιο υλικό, θα ήταν κάποιο μέταλλο μιας και κάνει θόρυβο. Αλλά όχι τόσο βαρύ όσο το σίδερο της Θάτσερ… Μπακίρι ίσως; Mπορεί…
Όπως χαρακτηριστικά είπε ο υπουργός, στην κυβέρνηση έχουν αποδείξει ότι και τα γραφεία, αλλά και τα αυτιά τους είναι ανοιχτά, και επανέλαβε ότι ζητά «καλές ιδέες» για να ενισχυθούν οι επιχειρήσεις. Στην πραγματικότητα όμως «τα ανοικτά γραφεία» τους μοιάζουν να είναι τόσο ψηλά που δεν φτάνουν ούτε οι κραυγές των καταστηματαρχών, ούτε τα αιτήματα των εκπροσώπων τους, ούτε της ΠΟΕΣΕ, ούτε της ΓΣΕΒΕΕ, ούτε καν οι ανακοινώσεις με τις προτάσεις της αντιπολίτευσης.
Τα γραφεία τους είναι τόσο κλειστά, οι συνεργάτες τους τόσο καλοταϊσμένοι και τα ΜΜΕ από τα οποία ενημερώνονται τόσο μονόπλευρα –ελλείψει ακριβέστερου χαρακτηρισμού– που δεν έχουν ακούσει ή δει πως τα καταστήματα εστίασης μέχρι πρόσφατα ήταν υποχρεωμένα να καταβάλλουν το 60% του ενοικίου. Τα ίδια καταστήματα είναι που αδυνατούν να καλύψουν τις πάγιες ανάγκες τους (λογαριασμοί ΔΕΚΟ, ασφαλιστικές και φορολογικές εισφορές), ενώ συχνά δεν επωφελούνται καν από τη μείωση των τελών χρήσης κοινοχρήστων χώρων, αφού είναι στη διακριτική ευχέρεια των δημοτικών συμβουλίων η όποια μείωση.
Αλήθεια, δεν πήρε πουθενά τ’ αυτί του υπουργού πως τουλάχιστον το 40% των επιχειρήσεων του κλάδου της εστίασης έμεινε εκτός επιστρεπτέας προκαταβολής 5, ενώ κι εκείνες που πληρούσαν τα κριτήρια θα λάβουν από 2.000 έως 4.000, την ώρα που οι πάγιες ανάγκες της πιο μικρής επιχείρησης του κλάδου ξεπερνούν τα 3.000 τον μήνα.
Δεν διάβασε πουθενά ο υπουργός ότι η μέση πτώση του τζίρου μέσα στην πανδημία ξεπερνά το 50% και πως μία στις δύο επιχειρήσεις κινδυνεύει να βάλει λουκέτο. Και δεν θα θυμάται μάλλον –ούτε ο ίδιος ούτε οι συνεργάτες του– πώς είναι να ζεις με 534 τον μήνα και πως αυτοί που ζουν με τόσα είναι πολλοί. Οι εργαζόμενοι στην εστίαση –τον μεγαλύτερο εργοδότη μετά το Δημόσιο– είναι 300.000 στο σύνολό τους και τα 2/3 βρίσκονται σε αναστολή.
Ο κύριος υπουργός δεν έχει ακούσει καμία καλή ιδέα. Ούτε την ανάγκη η επιστρεπτέα προκαταβολή να γίνει μη επιστρεπτέα στο σύνολό της. Ευτυχώς αυτό το άκουσε ο κ. Σταϊκούρας, όταν βέβαια το είπε η Κομισιόν. Δεν έχει ακούσει ούτε το αίτημα για κούρεμα ή moratorium του ιδιωτικού χρέους που δημιουργήθηκε την περίοδο της πανδημίας, ούτε την ανάγκη ουσιαστικής στήριξης του κόσμου της εργασίας που εδώ και τόσους μήνες τη βγάζει με 534 ευρώ.
Δεν ακούει, ούτε βλέπει καλές ιδέες ο υπουργός. Τις εκστομίζει μόνο… δίνοντας επιχειρήματα στα υπόγεια και τα ρετιρέ του νεοφιλελευθερισμού. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς από τις αλήστου μνήμης δηλώσεις του; Τότε που είχε πει ότι με όλα κλειστά μια χαρά είναι το ποσό ενίσχυσης των 800 ευρώ τότε μη γίνουν και 300 κιλά, ή την άλλη φορά που αναρωτήθηκε «πώς θα ζήσουν οι τράπεζες;» για να δικαιολογήσει τις ληστρικές χρεώσεις στις ηλεκτρονικές συναλλαγές εν μέσω καραντίνας, ή μήπως τότε που είχε αναρωτηθεί, «τι να τα κάνουμε 1.000 λεωφορεία, να κόβουν βόλτα στο Σύνταγμα;» προσπαθώντας να δικαιολογήσει τις ελλείψεις στα ΜΜΜ που οδηγούν τον κόσμο να συνωστίζεται σαν σαρδέλες.
Ωραία δήλωση ήταν και εκείνη που είχε κάνει σε ημερίδα του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου, ότι είναι ζημιά για την οικονομία να υπάρχει πλήρης προστασία πρώτης κατοικίας για να δικαιολογήσει τον νέο πτωχευτικό κώδικα. Προσωπικά, αγαπημένη μου δήλωση παραμένει εκείνη που είχε κάνει ως υπουργός Υγείας, ότι δεν θα άφηνε την Τρόικα να του πάρει τη δόξα για τις απολύσεις στο ΕΣΥ.
Έχει δρόμο βέβαια ακόμα ο υπουργός. Να του θυμίσουμε ότι ως υπουργός Παιδείας η Θάτσερ είχε προβεί και στη δραστική μεταρρύθμιση να καταργήσει τη δωρεάν διανομή γάλακτος στα σχολεία στα παιδιά 7 μέχρι 11 ετών. Πεδίον δόξης λαμπρό, υπουργέ, μην περιοριστείτε στα κλειδιά των επιχειρήσεων…