Η προσπάθεια του Ερντογάν να παρουσιαστεί ως προστάτης του Ισλάμ έναντι των αποικιοκρατών της Δύσης συνεχίζεται με απρόβλεπτες συνέπειες.
Για τις κυβερνήσεις της Ελλάδας, της Κύπρου, της Συρίας ή άλλων κρατών της Μέσης Ανατολής και της Βορείου Αφρικής, η τουρκική εξωτερική πολιτική έχει ταυτιστεί με τον αναθεωρητισμό, την προκλητικότητα και τις στρατιωτικές εισβολές.
Ωστόσο, αυτή είναι μονάχα η μια όψη του νομίσματος. Η τουρκική εξωτερική πολιτική δεν είναι μονάχα οι κανονιοφόροι και η πολεμική ρητορική του Χουλουσί Ακάρ, αλλά μια πολιτική που συνδυάζει αρμονικά στοιχεία οικονομικού ιμπεριαλισμού, κοινών πολιτισμικών αναφορών, και πολιτικής χειραγώγησης που στοχεύουν στις «ψυχές και τα μυαλά» των Μουσουλμάνων.
Η ήπια ισχύς… σε τουρκικά μέτρα
Λίγο πριν από την πτώση του Ψυχρού Πολέμου, ο Joseph Nye χρησιμοποίησε πρώτος τον όρο της ήπιας ισχύος, για να περιγράψει την ικανότητα ενός κράτους να χρησιμοποιήσει την «ελκυστικότητά του» ως εργαλείο πειθούς και επίτευξης των πολιτικών του στόχων. «Αν ένα κράτος μπορεί να νομιμοποιεί τη δύναμή του στα μάτια ενός τρίτου κράτους, τότε θα αντιμετωπίσει μικρότερη αντίσταση στις επιθυμίες του», έγραφε ο Αμερικάνος καθηγητής του Harvard.
Θεμελιωτής της αντίληψης αυτής στην τουρκική εξωτερική πολιτική ήταν ο τέως υπουργός εξωτερικών της Τουρκίας και σημερινός αντίπαλος του Ταγίπ Ερντογάν, Αχμέτ Νταβούτογλου. Στο περίφημο βιβλίο του, το «Στρατηγικό Βάθος», το οποίο μετέπειτα αποτέλεσε και δόγμα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, ο Νταβούτογλου υπογράμμιζε πως η Τουρκία θα μπορούσε να διεκδικήσει ρόλο περιφερειακού ηγεμόνα… μονάχα αν αξιοποιούσε το στρατηγικό της βάθος, δηλαδή την ιστορία της, τη γεωγραφική της θέση, και τις σχέσεις της με τον μουσουλμανικό κόσμο.
Για τον Νταβούτογλου, η Τουρκία, αν ήθελε πραγματικά να ανακτήσει τον ρόλο που της αναλογούσε στο διεθνές σύστημα, έπρεπε να διατηρήσει μια πολιτική «μηδενικών προβλημάτων» στο εσωτερικό της αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, της Βορείου Αφρικής και του Καυκάσου. Αυτό θα της επέτρεπε, μέσω της οικονομικής επέκτασης, της διπλωματίας και της «επένδυσης» στο κοινό τους οθωμανικό παρελθόν να αυξήσει την επιρροή της.
Ο Νταβούτογλου έφυγε… το σχέδιο παρέμεινε
Σήμερα, το δόγμα του «Στρατηγικού Βάθους» όπως το γνωρίσαμε στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας είναι κλινικά νεκρό. Ο Ερντογάν, έχοντας καταλάβει παράνομα εδάφη της Συρίας, του Ιράκ, της Λιβύης και παραβιάζοντας τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου και της Ελλάδας, έχει βάλει τέλος στην πολιτική των μηδενικών προβλημάτων με τις γειτονικές της χώρες.
Ωστόσο, βασικά στοιχεία της πολιτικής Νταβούτογλου είναι ακόμα και σήμερα οδοδείκτης για την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας. Ο Ερντογάν, την ίδια ώρα που απειλεί με τις κανονιοφόρους τα γειτονικά της κράτη, στηρίζει οικονομικά χώρες της Αφρικής, υποστηρίζει το αίτημα των Αράβων για τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους στη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας, θρέφει το αφήγημα περί αντί-αποικιοκρατικής δύναμης και τέλος αναδεικνύεται ως συνεχιστής της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Η Τουρκία στην Αφρική
Σομαλία, Αίγυπτος, Αλγερία, Μάλι, Μαυριτανία και Σενεγάλη είναι μερικές μονάχα από τις αφρικανικές χώρες που σήμερα έχουν στενούς δεσμούς με την Τουρκία. Τα τελευταία χρόνια, η Άγκυρα έχει καταφέρει να αποτελέσει έναν ισχυρό παίκτη στην αφρικανική ήπειρο, ανεβάζοντας ραγδαία τις εξαγωγές της, προσφέροντας ανθρωπιστική βοήθεια σε περιόδους κρίσης, δίνοντας τεχνογνωσία στις κυβερνήσεις, αλλά και προχωρώντας σε ανταλλαγή εμπειρογνωμόνων για την ανάπτυξη σημαντικών τομέων της διοίκησης και της οικονομίας των αφρικανικών χωρών.
Το 2019 οι εμπορικές σχέσεις ανάμεσα στις αφρικανικές χώρες έφτασε τα 20 δισεκατομμύρια, όταν στις αρχές του 2000 δεν ξεπερνούσε τα 3 δισεκατομμύρια. Παράλληλα, υπολογίζεται πως η Τουρκία έχει προσφέρει την τελευταία δεκαετία πάνω από 8.000 υποτροφίες σε Αφρικανούς φοιτητές ώστε να σπουδάσουν στην Τουρκία, ενώ την ίδια ώρα στηρίζει τις χώρες της υπο-σαχάριας Αφρικής με πολλά εκατομμύρια δολάρια μέσω ανθρωπιστικών προγραμμάτων.
Τέλος, ενδεικτικό της τουρκικής «απόβασης» στην Αφρική είναι το γεγονός πως πρεσβείες της Τουρκίας υπάρχουν σε 43 χώρες της Αφρικής, ενώ η Turkish Air-lines έχει πτήσεις από και προς 51 προορισμούς σε 33 χώρες της Αφρικής.
Ο Ερντογάν ως «απελευθερωτής» του Al Aqsa
Για τη Δύση, η συνάντηση του Ερντογάν με τον ηγέτη της Χαμάς, Ισμαήλ Χανίγιε, ήταν μια πρόκληση.
Για μια πολύ μεγάλη μερίδα Μουσουλμάνων, όμως, η συνάντηση αυτή ήταν λύτρωση, καθώς έθρεψε ελπίδες πως η Τουρκία θα είναι το κράτος εκείνο το οποίο θα στηρίξει στην πράξη το αίτημα για περιορισμό του εποικισμού της Δυτικής Όχθης, άρση του αποκλεισμού της περίκλειστης από το Ισραήλ Λωρίδας της Γάζας και, τέλος, τη δημιουργία Παλαιστινιακού κράτους.
Δεν είναι τυχαίο πως η στάση του Ερντογάν απέναντι στο Ισραήλ έχει αυξήσει σημαντικά τη δημοφιλία του Τούρκου προέδρου στην κατεχόμενη Παλαιστίνη, αλλά και σε πολλά αραβικά κράτη, οι ηγεσίες των οποίων συμμαχούν σιωπηρά ή φανερά με το Ισραήλ.
Η μάχη του Ερντογάν… απέναντι στην αποικιοκρατία
Η προσπάθεια του Ερντογάν να παρουσιάσει τον Εμανουέλ Μακρόν ως αποικιοκράτη μόνο τυχαία δεν είναι. Όπως και κάθε ηγέτης, έτσι και ο Τούρκος πρόεδρος, πέρα από την ικανότητα να προβάλει ισχύ, χρειάζεται και τη νομιμοποίηση όχι μόνο από το εσωτερικό μέτωπο της Τουρκίας αλλά από τους πληθυσμούς της Μέσης Ανατολής και της Βορείου Αφρικής.
Η παρουσίαση, λοιπόν, της δικής του μάχης για εδραίωση στην περιοχή από τα τουρκικά και φιλοτουρκικά μέσα ως αντιαποικιοκρατικός αγώνας, μέσω του οποίου η Τουρκία επιχειρεί να αποκαταστήσει τις αδικίες που οι αποικιοκράτες επέβαλα στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς τον 20ό αιώνα αυξάνει τη δημοφιλία του Τούρκου προέδρου στον μουσουλμανικό κόσμο.
Ο Ερτοργούλ και η οθωμανική ταυτότητα
Πέρα όμως από τα οικονομικά, διπλωματικά, εκπαιδευτικά εργαλεία, η Τουρκία έχει ένα ακόμα όπλο στη φαρέτρα της. Αυτό δεν είναι άλλο από τις τηλεοπτικές σειρές, οι οποίες σήμερα γίνονται ανάρπαστες στον μουσουλμανικό κόσμο.
Μέσω αυτών των παραγωγών, το αφήγημα του Ερντογάν και η στόχευσή του για την ανασύσταση του οθωμανικού ιδεώδους, περνάει σε εκατομμύρια σπίτια Μουσουλμάνων, υπογραμμίζοντας το ένδοξο παρελθόν του Ισλάμ σε σύγκριση με τη σημερινή πραγματικότητα.
Την ίδια ώρα όμως οι τουρκικές παραγωγές, όπως ο Ερτοργούλ, μεταφέρουν την ιδέα πως η Τουρκία έχει τον ιστορικό ρόλο να αναγεννήσει τον ισλαμικό κόσμο, καθώς αυτή είναι που διαθέτει τους έξυπνους, διορατικούς και ισχυρούς ηγέτες για να το πετύχει.
Σήμερα, υπολογίζεται πως οι τουρκικές παραγωγές είναι δεύτερες στην προτίμηση του μουσουλμανικού κόσμου μετά τις αμερικανικές, ενώ την ίδια ώρα έχουν οδηγήσει εκατομμύρια Μουσουλμάνους να επισκεφθούν την Τουρκία και να έρθουν πιο κοντά στην τουρκική κουλτούρα.
Εικόνες από το μέλλον
Η έλευση του Τζο Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο και οι δεδομένες αμερικανικές πιέσεις προς την Άγκυρα για την εγκατάλειψη των φιλόδοξων νεο-οθωμανικών της σχεδίων για την Ανατολική Μεσόγειο, είναι δεδομένο πως θα εντείνουν ακόμα περισσότερο τη χρήση ήπιας ισχύος από την Άγκυρα.
Μπορεί αυτή η μορφή εξωτερικής πολιτικής και διπλωματίας να μοιάζει πιο ανώδυνη από τις στρατιωτικές εισβολές και τις κανονιοφόρους, όμως στην πραγματικότητα είναι πολύ πιο αποδοτική και επικίνδυνη, καθώς καταφέρνει να ριζώνει στους πληθυσμούς και να διασπά αυτό που όλα τα σύγχρονα κράτη επιδιώκουν, δηλαδή την ομοιογένειά τους.
Για την Αίγυπτο, το σενάριο πολεμικής εμπλοκής στην Ανατολική Συρία είναι προτιμότερο από τη δημιουργία μιας ισχυρής βάσης εντός της αιγυπτιακής κοινωνίας που έχει αναφορές στην Τουρκία.
Αντίστοιχα, για την Ελλάδα, το σενάριο ενός θερμού επεισοδίου στην Ανατολική Μεσόγειο είναι κάτι που μπορεί να διαχειριστεί. Η δημιουργία όμως τουρκικής συνείδησης στους Έλληνες Μουσουλμάνους της Θράκης είναι κάτι που ενέχει σοβαρούς κινδύνους.