Η Γιάννα Αγγελοπούλου – Δασκαλάκη των Ολυμπιακών Αγώνων στο προσκήνιο, η Έλλη Στάη παρούσα στην ΕΡΤ επί ΣΥΡΙΖΑ, η Όλγα Τρέμη επανήλθε επί ΝΔ και ξανάφυγε και τώρα δα, να ο Διονύσης Σαββόπουλος, που δεν έγραψε και καμία φρεσκαδούρα αλλά μας συστήνεται ξανά στο 2020 με το «Ας κρατήσουν οι χοροί». Καλώς όρισε λοιπόν το 1983 από τα «Τραπεζάκια Έξω», ή το 2004 από τους Ολυμπιακούς Αγώνες ή το 2020. Μπερδεύτηκα. Κι αναρωτιέμαι τι κατάρα έχει η γενιά μου, να μην την εμπιστεύεται κανείς; Να είναι οι ίδιοι άνθρωποι, παρόντες, σχεδόν ζόμπι στα ίδια πόστα. Και να΄ ταν μία Μελίνα` κομμάτια να γίνει, να χειροκροτήσω με δυο χέρια. Αλλά δεν είναι.
Ας πάω στο προκείμενο, χωρίς να θέλω να υποτιμήσω τις δυσκολίες λόγω της πανδημίας. Σ’ αυτό το «ολίγον θάλασσα, ολίγον Ολυμπιακοί αγώνες και τ’ αγόρι μου», με μία τζούρα από Κολοκοτρώνη. Ειλικρινά, όταν είδα το βίντεο κλιπ δεν ήξερα, αν πρέπει να γελάσω ή να κλάψω για τους αγωνιστές, τους προ-παππούδες μας, 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση. Τέτοια υποτίμηση, αδερφέ, ένιωσα. Ναι, ανάμεσα στους δηθενατζήδες της εποχής, προτιμώ τον γιο της Καλογριάς, τον αθυρόστομο. Κι είπα ν΄ αφήσω απέξω το συναίσθημα και να λειτουργήσω ως επαγγελματίας κι ας μου επιτρέψει ο εκδότης τον τόνο. Ήλπιζα, ξαναβλέποντάς αυτό το πράμα (;) να κάνω εγώ λάθος, να δω κάτι φρέσκο, κάτι που θα έδενε με το ένδοξο παρελθόν και θα μ΄έβαζε να σκεφτώ για το μέλλον.
Ε, μηδέν από μηδέν, μηδέν. Στα δικά μου μάτια ήταν μία ελεεινή καρικατούρα των Ολυμπιακών Αγώνων. Μία μικρογραφία ελληνικής βιντεοταινίας, που έλειπε μόνο η στριμμένη πεθερά να κατσικωθεί στο εξοχικό. Όσο με εντυπωσίασε η έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων, τόσο οικτρά με απογοήτευσε το βίντεο κλιπ για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση. Πολιτιστικό κακούργημα, απ΄ αυτά που δεν έχουν ποινή αλλά σου αφήνουν μία πικρή γεύση στο στόμα.
Αγώνας κι αξιοπρέπεια…
Σαφέστατα ο πολιτισμός έχει υποκειμενική χροιά, όπως κι η ανάγνωση της ιστορίας. Αλλά ποιος έδωσε το δικαίωμα στην κάθε Γιάννα στον κάθε Σαββόπουλο να ξεφτιλίζουν έτσι τον αγώνα ανθρώπων, να ζήσουν ελεύθεροι; Ο αγώνας των απόκληρων δεν είχε τίποτα από τραλαλά. Ίσα – ίσα. Είχε φτώχεια, ανέχεια, κακομοιριά, μα και δίψα για το υψηλό ιδανικό της ελευθερίας.
Ποιος αντιλαμβάνεται μέσα απ΄ αυτό το μαπέ βίντεο κλιπ, τον αγώνα ενός ολόκληρου λαού, που πάλεψε για να γλιτώσει τα παιδιά του από τα χαρέμια και το παιδομάζωμα του κατακτητή; Ποιος αντιλήφθηκε πως για να γίνει όλος αυτός ο αγώνας πάλεψαν οι ξυπόλητοι μαζί με αστούς, μαζί με φιλέλληνες, ακόμη και με συμφέροντα, που ήθελαν λόγο την επόμενη ημέρα; Κανένα δέσιμο με τη σημερινή πραγματικότητα. Η σύγχρονη Ελλάδα δεν έχει μόνο τα σκουπίδια κάτω από το χαλί. Έχει κι Έλληνες απόκληρους έχει κι πεινασμένους μετανάστες, έχει κι αυτούς που πέτυχαν στις Επιστήμες, στις Τέχνες, στον Πολιτισμό.
Δεν αμφισβητώ τις ικανότητες της Γιάννας Αγγελοπούλου, όσο κι αν οι Ολυμπιακοί Αγώνες μας φέσωσαν κανονικά και με τον νόμο. Όμως, αν επρόκειτο για σόου δεν χρειαζόταν η Γιάννα Αγγελοπούλου. Θα μπορούσαμε να το δώσουμε στη Ρούλα Κορομηλά, την Ελένη Μενεγάκη, άντε και στην Άννα – Μαρία Λογοθέτη από το 3-2-1 και θα βάζαμε και πέντε δέκα μπαλόνια και πυροτεχνήματα, να μη χαλάμε και φαιά ουσία.
Η Ελληνική Επανάσταση στο διηνεκές
Τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση σηματοδοτούν ένα από τα σπουδαιότερα ιστορικά γεγονότα της ανθρωπότητας. Είναι ο αγώνας του Δαβίδ απέναντι στον Γολιάθ. Δεν είναι γκλαμουριά και στυλάκι. Είναι πόνος ψυχής, ζύμωση με το παρελθόν, αγώνας μέχρι τέλους, ακόμη κι αν το αποτέλεσμα είναι αβέβαιο. Θέλει κότσια μία χούφτα πεινασμένοι να πάνε απέναντι στους δυνατούς της Γης. Θέλει γερό στομάχι να ξέρεις, πως αν σε πιάσουν θα περάσεις φρικτά βασανιστήρια, όπως ο Αθανάσιος Διάκος, μα, και πάλι να βάζεις στην άκρη τον φόβο σου και να πηγαίνεις κόντρα στο θεριό. Θέλει ψυχή, να΄ χεις χάσει συζύγους και παιδί στον αγώνα, να κοιτάς την άβυσσο και να βγαίνεις στον αφρό, καπετάνισσα, όπως η αστή Μπουμπουλίνα. Έλληνες και Φιλέλληνες, που πολέμησαν μία αυτοκρατορία, που είχε τα πάντα, ενώ εκείνοι είχαν μόνο ένα όνειρο.
Η Ελληνική Επανάσταση είναι ο αγώνας κάθε ανθρώπου για να ζει ελεύθερος, όπως αποτυπώνεται στο έργο του Καζαντζάκη. Που εμπνέει λαούς και πολιτισμούς στα πέρατα του κόσμου.
Τραγούδι από την κατάψυξη;
Κι ερχόμαστε και στο τραγούδι. Αχ, αυτό, που μου γύρισε το μάτι ανάποδα, το μπαγιάτικο, το κατεψυγμένο. Χάθηκαν οι νέοι δημιουργοί; Τα 200 χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης είναι ένας ύμνος στην ελευθερία των ανθρώπων και των λαών. Είναι ένα σύμβολο ελευθερίας και δημοκρατίας. Δεν είναι ντιριντάχτα και ταρατατζούμ αλλά είναι γιορτή. Είναι το πανηγύρι των κολασμένων, που κερδίζουν, ξανά τη γη των προγόνων τους. Είναι ο αγώνας των πεινασμένων, για να δουν ήλιο κι ουρανό. Είναι πανηγύρι των ανθρώπων, που αγαπούν τη ζωή κι απαιτούν τον σεβασμό. Το δικαίωμα των ανθρώπων στην αξιοπρεπή εργασία – όχι ήλιο με ήλιο – και στη μόρφωση. Είναι το δικαίωμα των ανθρώπων στο αγαθό της ειρήνης. Είναι το δικαίωμα να΄ χουν στέγη, ρεύμα, νερό κι ένα πιάτο φαΐ στο σπίτι.
Που φάνηκε όλη αυτή η δύναμη, η ενέργεια, το πάθος, ο πόνος κι η αγανάκτηση, που είχαν οι προ-προ-παππούδες μας, για να ξεσηκωθούν; Το πρώτο σύνταγμα, η εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου. Ο ενθουσιασμός για τη δημοκρατία των απλών ανθρώπων; Η σύνδεση της επανάστασης με τον απλό παπά, που ήξερε παραπάνω γράμματα; Το μοιρολόι της μάνας, που αγωνιούσε για το παιδί της αλλά πάλι το έστελνε στον αγώνα; Οι ανταγωνισμοί για το μερίδιο της εξουσίας την επόμενη ημέρα; Η άλλη όψη, ο έρωτας γυναικών κι ανδρών για όσους κι όσες είχαν άλλη πίστη, στα κρυφά, όπως η κυρά Φροσύνη;
Παρελθόν και παρόν, δυο Ελλάδες
Η σχέση της Ελλάδας με το παρελθόν της είναι ανίερη, όταν είναι επιδερμική. Πήραμε πολλές φορές στην Ιστορία εκκίνηση, απ΄ αυτό το ένδοξο παρελθόν. Είναι περίπλοκη, δαιδαλώδης και σχέση ουσίας. Είναι φωτιά και σίδερο κι έχει διασταυρούμενες γραμμές αιώνων μέσα της. Η Ελληνική Επανάσταση ακουμπάει στο σπαρτιάτικο πρότυπο «’Η Ταν ή επί Τας». Είναι η βία των κολασμένων, για να γεμίσει το μισοάδειο πιάτο, που προσφέρουν οι δυνατοί. Ο αγώνας της 90άχρονης, που πετάχτηκε από το σπίτι της με τον εγγονό της, για να επιβιώσει μαζί με το σκυλάκι – σύντροφο και βρέθηκαν κάποιοι να της ανοίξουν την πόρτα.
Σε μία «κοινωνία Αρίστων», ο κάθε Σαββόπουλος κι η κάθε Γιάννα Αγγελοπούλου, αν μη τι άλλο, είναι εκτός θέματος. Έχουν βολευτεί πολύ κι επί πολλά χρόνια, για να μπορέσουν να εκφράσουν αυτές τις αγωνίες. Και να θέλουν, δεν μπορούν να καταλάβουν τον αδύναμο, που παλεύει με τα θεριά, γιατί δεν έχει χρήμα για να σπουδάσει το παιδί στην Αγγλία, γνωριμίες για καλή δουλειά, λεφτά για πυροτεχνήματα ή τον πετούν έξω από το σπίτι. Και νοσταλγεί ακόμη και τον καιρό, που πήγαινε ένα Σαββατόβραδο στο ταβερνάκι της γειτονιάς, πριν τα μνημόνια. Δεν χωρούν στο ίδιο όνειρο, όταν 450.000 με 500.000 Έλληνες έφυγαν μέσα στην κρίση, γιατί δεν είχε τούτος ο παράδεισος ψωμί να τους θρέψει.
Κάθε Έλληνας αγωνιστής, θαρρώ, που άφησε τα κοκαλάκιά του, σε κάποια γωνιά πολεμώντας, μπορεί να κλαίει σιωπηλά, αντί να χοροπηδάει να κρατήσουν οι χοροί, για τα δισέγγονα και τα τρισέγγονά του, που πάλι ξενιτεύονται. Ναι, πρόκοψε η Ελλάδα κι έχει παπούτσια στα πόδια και μεγάλους δρόμους και τηλεοράσεις και κινητά τηλέφωνα.
Μα, πάνω που βγήκαν σε ξέφωτο τα τρισέγγονά του, τα κυνηγά η πανδημία και τώρα πάλι τα τραβολογούν οι τράπεζες για τα δανεικά και τα funds για να τους καταπιούν τους κόπους μία ζωή. Και κάποια λιμάνια δεν είναι δικά του και ορισμένα αεροδρόμια δεν του ανήκουν. Ναι, 200 χρόνια μετά υπάρχουν οι κοτζαμπάσηδες και της Ελλάδας οι κολασμένοι. Για τους μεν οι αποφάσεις, για τους δε οι νέες πτωχεύσεις. Δεν φταίει η Γιάννα κι η κάθε Γιάννα, που είναι μακριά απ΄ όλα αυτά. Τελικά, ναι υπάρχουν δυο Ελλάδες και πιθανόν ανάμεσά τους να μην υπάρχουν γέφυρες. Α, ναι, να μην το ξεχάσω παππού Κολοκοτρώνη. Που να φανούν όλα αυτά σ΄ ένα ολιγόλεπτο βίντεο κλιπ;
Το βίντεο: